Home

Η αθάνατη Φλορέτα.

     

  Πραγματικά, δεν ξέρω αν μπορώ να γράψω για μοτοσικλέτες την στιγμή που στην ζωή μου έχω καβαλήσει μόνο ποδήλατο. Οι φλορέτες όμως δεν είναι ακριβώς μοτοσικλέτες (ή μοτοσακό όπως τα λέγαμε)· για τους σαραντάρηδες και άνω  αποτελούν ένα βασικό συστατικό μιας ολόκληρης εποχής, όχι μόνο για την Ελλάδα. Ήταν η μεταπολεμική περίοδος όπου τα αυτοκίνητα ήταν ακριβά και τα σκούτερ, οι μοτοσικλέτες και τα μοτοποδήλατα ήταν το πιο προσιτό μέσο μετακίνησης για ολόκληρες οικογένειες.

Εγώ έχω φρένα , εσύ έχεις;

  Το κουδούνισμα του κινητού με ειδοποιεί για ένα μήνυμα. Είναι ο αδερφός μου ο οποίος μου στέλνει μία φωτογραφία από μία παλιά φλορέτα, σταθμευμένη στην αυλή καφενείου σε ένα χωριό. Άλλη φορά ήταν ένας φίλος που ακόμα μας διηγείται την ιστορία με το τρίκυκλο του πατέρα του, το οποίο κινούσε κινητήρας Zündapp και είχε επιγραφή στην καρότσα «Εγώ έχω φρένα, εσύ έχεις;». Δεν ξέρω αν είναι μόνο η δικιά μου εντύπωση, αλλά για εμένα όλα αυτά τα δίχρονα μηχανάκια, ασχέτως μάρκας και προέλευσης, ήταν απλώς οι «φλορέτες» και έτσι λέω να τις βαφτίσω για το υπόλοιπο του κειμένου.

 

 

 

 H πραγματική Φλορέτα γεννήθηκε στο Kornwestheim ,  ένα προάστιο της Στουτγάρδης . Florett σημαίνει στα γερμανικά «ξιφίδιο». Οι ρίζες του μοντέλου ξεκίνησαν από ένα σχέδιο σκούτερ που δεν κατασκευάστηκε τελικά. Μας «συστήθηκε» το 1956, στη Διεθνή Έκθεση Μοτοσικλετών της Κολωνίας και ήταν μία άμεση επιτυχία για την Kreidler, μία εταιρεία που μέχρι τότε κατασκεύαζε μοτοποδήλατα και σκούτερ. Ζύγιζε 65 κιλά, είχε δίχρονο, μονοκύλινδρο κινητήρα 50 κ.εκ. με ισχύ 3 ίππων και  τελική ταχύτητα λίγο κάτω από τα 70 χλμ/ω. Έμεινε στην παραγωγή μέχρι το 1960. Μετά την αρχική επιτυχία,  η εξέλιξη συνεχίστηκε μέχρι σχεδόν το κλείσιμο της Kreidler την δεκαετία του '80. Έτσι το 1960 η απόδοση ανέβηκε στους 3,6  ίππους και το 1962 στους 4,2 ίππους, ενώ οι τροχοί απέκτησαν μικρότερες ζάντες και ποδοκίνητο τετρατάχυτο κιβώτιο. Το 1965 η απόδοση ανέβηκε στους 5, 2 ίππους με πεντατάχυτο  κιβώτιο. Στο μοντέλο του 1966, η δεξαμενή καυσίμων ενώθηκε με την σέλα, ενώ το 1967 το μοντέλο ανανεώθηκε ριζικά με τηλεσκοπικό πηρούνι και ιπποδύναμη μέχρι 5,8 ίππους. Η τελική ταχύτητα ξεπερνούσε τα 80 χλμ/ω (και στις κατηφόρες ακόμα περισσότερο). Η RS του 1978, με την πίεση της Zündapp και των Ιαπώνων είχε «αγωνιστικό» τιμόνι, δισκόφρενα , 6,8 ίππους και  νέες ζάντες. Προς το τέλος της ζωής της,  το 1982 , η φλορέτα απέκτησε νέο κινητήρα 80 κ.εκ., με τελείως νέο σχεδιασμό και απόδοση 8,5 ίππων. Οι Ιάπωνες, όμως, κυριαρχούσαν και το μοντέλο πούλησε λιγότερα από 1000 κομμάτια.

Η Φλορέτα με τις ...αδερφές της από το Μουσείο Schramberg Γερμανία.
 

 

Einmal ZÜND Zehnmal DAPP.

   Δέκα μανιβελιές , μία ανάφλεξη. Aυτό το λογοπαίγνιο χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί για τις μηχανές Zündapp,  το κύριο ανταγωνιστή της Kreidler στην αγορά κατά τις χρυσές δεκαετίες του ‘50, ‘60 και ‘70. Το όνομα είναι συντομογραφία του Zuender Apparaten Bau που σημαίνει «Εργοστάσιο Πυροκροτητών» . Η έδρα της εταιρίας ήταν στην αρχή η Νυρεμβέργη και στην συνέχεια το Μόναχο της Βαυαρίας. Η Zuendapp ήταν, σε αντίθεση με την Kreidler, ένας πολύ παλιός κατασκευαστής μοτοσικλετών μικρού και μεγάλου κυβισμού, με πιο γνωστό υπόδειγμα την «πολεμική», τρίκυκλη 750 και την πολιτική της μεταπολεμική έκδοση, η οποία αποτέλεσε βάση για πολλά «φουργκόνια” . Η Zündapp κατασκεύαζε επίσης και ένα μίνι αυτοκίνητο, το Janus.

 

 

H Zündapp μπήκε στο παιχνίδι των πενηνταριών λίγο αργότερα από την φλορέτα, με τη Falconette του 1961, η οποία διέθετε παρόμοιες επιδόσεις με την «αντίπαλό» της. Η μεγάλη, όμως, επανάσταση που έφερε η Zündapp, ήταν η KS50 του 1973, η οποία ήταν υδρόψυκτη. Ακόμα πιο καινοτόμο ήταν το μοντέλο του 1977 που διέθετε επιπλέον ανεμοθώρακα, δισκόφρενα και χυτές ζάντες . 

Zündapp Sport Combinette από την συλλογή του Μουσείου της εταιρίας.

 

 

Ο υπόλοιπος ανταγωνισμός και τα αλυσοπρίονα.

Μεταπολεμικά υπήρξε  άνθηση της αγοράς μικρών μοτοσικλετών και σκούτερ από την Ευρώπη. Puch, Motom, Victoria, DKW, Garelli, Fantic Motor , Hercules, Horex, Mars, Zweiradd Union, Heinkel, Amelung, Maico, Piaggio, Lambretta, Miele,  Montesa , Rabeneik, Morini, NSU, Capri, Italjet και στην ανατολική Ευρώπη η Simson, η ΜΖ - η οποία είχε κατασκευάσει έναν δίχρονο μπόξερ κινητήρα - η Jawa και η CZ, για να αναφέρουμε μερικές από αυτές. Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει και στην δικιά μας Mego που κατασκεύαζε μοτοσικλέτες με βάση γερμανικούς κινητήρες (αλήθεια η μηχανή που καβαλάει ο Θανάσης Βέγγος στην σκηνή «ξέρεις από βέσπα» είναι Mego ;) , όπως και τα τρίκυκλα της  MEBEA .

 

Διαφημιστική καταχώρηση από το 1976.
 

 

 

 

 

 
200 + τελική. Με αυτήν την Φλορέτα δεν μπλέκεις. Από το Μουσείο Μοτοσικλετών του Neckarsulm.

 

Αγωνιστικό Kreidler του 1962.12,5 ίπποι και 160 χλμ/ω τελικής ταχύτητας.

 

 

 

Βέβαια οι κινητήρες των Zündapp  και  Kreidler εκτός από αξιοπιστία είχαν και μία προδιάθεση να ανεβάζουν εύκολα στροφές. Έτσι, οι μηχανικοί πήραν τα κατσαβίδια τους  και με τη βοήθεια της ολλανδικής Van Veen έφτιαξαν μία Φλορέτα 12,5 ίππων , με τελική από 160 μέχρι 225 χλμ/ω  και τον κινητήρα να γυρίζει σε ρυθμούς αλυσοπρίονου στις 15.000 στροφές. Με ένα τέτοιο εργαλείο, ο Georg Anscheidt έκανε ρεκόρ ταχύτητας και κέρδισε πρωταθλήματα, πριν μεταπηδήσει στην Suzuki. O Eλβετός Stefan  Doerflinger, από την άλλη πλευρά, κέρδισε το παγκόσμιο πρωτάθλημα των 50 και 80 κ.εκ. από το 1982 μέχρι το 1985, στην αρχή με την  Kreidler και μετά με την  Zündapp .

Μία άγνωστη εξαίρεση στην γαλάζια κάπνα της «διχρονίλας» ήταν το ηλεκτρικό μοτοποδήλατο ELECTRA της εταιρίας  SOLO, η οποία έδρευε και αυτή στα περίχωρα της  Στουτγάρδης, όπως η Kreidler .Είχε απόδοση 1 ίππου, αυτονομία 30 χλμ και τελική ταχύτητα 30 χλμ/ω.

 

 

 

 

Τα μικρά αυτά μηχανάκια κάλυψαν μία τεράστια απόσταση από την πίστα μέχρι τον χωματόδρομο , σε όλη την Ευρώπη, με πλαστικό ανεμοθώρακα after market, πίσω κιβώτιο ή καφάσι, τόσο για τα εργαλεία, όσο και για όλη την οικογένεια που ταξίδευε σκαρφαλωμένη πάνω τους. Ακόμα και ο εκατομμυριοστός αλλοδαπός εργάτης  στην Γερμανία, ένας Πορτογάλος , πήρε ως δώρο ένα ... Zündapp.

Το ηλεκτροκίνητο Solo.